Αναδημοσίευση και πάλι από το the press project
«Ας αποδοθεί Δικαιοσύνη και ας χαθεί ο κόσμος». Ανεξαρτήτως
αποτελέσματος της δίκης για τον βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης
Τοπαλούδη, εκείνο που είναι βέβαιο είναι πως θα την θυμόμαστε για πολύ
καιρό και για πολλούς λόγους. Η συγκλονιστική αγόρευση της εισαγγελέως
της δίκης της σοκαριστικής γυναικοκτονίας της Ελένης Τοπαλούδη προκάλεσε
ποικίλα συναισθήματα αμέσως μετά τη δημοσίευσή της στα κοινωνικά δίκτυα
και ηλεκτρονικό Τύπο το απόγευμα της Τετάρτης. Ενθουσιασμό και
αισιοδοξία κατά κύριο λόγο για την απόδοση της δικαιοσύνης σε ένα από
εκείνα τα ειδεχθή εγκλήματα που συνήθως μένουν ατιμώρητα, ίσως και
προβληματισμό σε μερικές άλλες για υπερβολικό συναισθηματισμό. Ύστερα
όμως ξημέρωσε η επόμενη ημέρα.
Από νωρίς το μεσημέρι της Πέμπτης, τον τόνο της δημόσιας
συζήτησης έδωσε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δημήτρης
Βερβεσός, που με μία ανακοίνωση την οποία υπογράφει με την ιδιότητά του
ως προέδρος -και μάλιστα της Ολομέλειας των Προέδρων Δικηγορικών
Συλλόγων Ελλάδος και όχι μόνον των Αθηνών- αλλά και με μία σχετική
συνέντευξη σε μεγάλο ραδιοφωνικό σταθμό της χώρας, ζητάει να κινηθεί
πειθαρχική διαδικασία κατά της εισαγγελέως επειδή κατά την αγόρευσή της
«αναφέρθηκε εξόχως απαξιωτικά και ΣΥΛΛΗΒΔΗΝ στο υπερασπιστικό έργο των
δικηγόρων».
Οι επίμαχες αναφορές που στάθηκαν η αιτία για την έντονη αυτή
αντίδραση του επικεφαλής των δικηγόρων της χώρας ήταν οι εξής, όπως
επέλεξε να τις μεταφέρει στην ανακοίνωσή του:
«Από τη στιγμή που οι συνήγοροι μπαίνουν στην υπόθεση αρχίζουν τα ψέματα, τα σενάρια για τη συσκότιση της αλήθειας. Έχω ακούσει από συνηγόρους κατηγορουμένων να λένε ότι είμαστε συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης. Συλλειτουργός στη Δικαιοσύνη είναι αυτός που αποσκοπεί σε αυτό που αποσκοπεί όλη η Δικαιοσύνη. Στην ανεύρεση της αλήθειας», «Υπάρχει κοινή γραμμή. Κοινή γραμμή για διάχυση της ευθύνης. Παίζεται και από τους δικηγόρους αυτό το παιχνίδι …. Αποσκοπεί όχι στους δικαστές αλλά στους ενόρκους», «Πείτε τα έτσι και μετά αλλιώς και έτσι όλο και κάποια αμφιβολία θα γεννηθεί».
Παρότι ανατρέχοντας κανείς στα σχετικά αποσπάσματα της αγόρευσης που
έχουν δημοσιευτεί στην πλειοψηφία του ηλεκτρονικού Τύπου θα διαπιστώσει
με έκπληξη την αποσπασματικότητα των παραπάνω αναφορών, γεγονός που
δείχνει πως οι κρίσεις της εισαγγελέως απευθύνονται στον ίδιο τον ρόλο
που έπαιξαν οι συνήγοροι υπεράσπισης στην συγκεκριμένη δίκη και όχι στον
ρόλο που παίζει γενικά ένας δικηγόρος σε μία δίκη. Θα μπορούσε κανείς
να δεχθεί πως εξακολουθεί να δικαιολογείται η αγωνία του προέδρου του
ΔΣΑ υπερασπιστεί τους συνηγόρους πριν την τελική έκβαση της δίκης με
δημόσια δήλωσή του, αρκεί να λάβει υπόψη του ένα ακόμα απόσπασμα, αυτή
τη φορά ενός εκ των συνηγόρων, όπως το μετέφερε στα κοινωνικά δίκτυα το
απόγευμα της Πέμπτης η δημοσιογράφος, Μαρία Λούκα:
«Εγώ βιασμό σε αυτή τη δικογραφία δεν είδα… Βιασμό με στηθόδεσμο δε μπορώ να φανταστώ… Εγώ πιστεύω το Μανόλη. Όλες οι φίλες της αναφέρουν τα ναρκωτικά. Όταν είσαι γυμνός και υπό επήρεια όλα τα συμπλέγματα που είχες βγαίνουν στην επιφάνεια. Και παίρνω τη θέση του ψυχολόγου… Το γιατί δεν έχει η Ελένη σύντροφο, λέει ο Μανόλης. Όχι δε μου άρεσε η Ελένη, συγγνώμη κιολας κύριε Γιάννη. Ήταν σαν παρανοϊκή, λέει για την Ελένη… Ψυχική υγεία υπάρχει όταν υπάρχει μακροχρόνια σχέση… Για ένα τρίο πήγαμε και κλείσαμε τρία σπίτια, είπε ο Μανόλης… Μπράβο Μανόλη αν όντως τη χάιδευες. Μπράβο, πάντα να χαϊδεύεις τις γυναίκες. Η θέση μου είναι ότι ο Μανόλης λυπάται που δεν μπορεί να τη σώσει».
Την ίδια ώρα, για την ακρίβεια λίγο πριν από την ανακοίνωση και τη
συνέντευξη Βερβεσού, ένα από τα σκιώδη και λακωνικά -τουλάχιστον για τον
Τύπο- στελέχη της κυβέρνησης και του πρωθυπουργικού γραφείου,
αποφασίζει να πάρει θέση για το ζήτημα, μέσω ανάρτησής του στα κοινωνικά
δίκτυα. Η παρέμβαση του Άκη Σκέρτσου σε μία δίκη της οποίας η
ετυμηγορία επρόκειτο να ανακοινωθεί λιγότερες από εικοσιτέσσερις ώρες
αργότερα θα αναδειχθεί μετά από λίγο μέσω του ηλεκτρονικού Τύπου, όμως
πριν από αυτή αξίζει κανείς να
διατρέξει μερικά από τα αποσπάσματα της
αγόρευσης της εισαγγελέως Δόγκα που ήρθαν στη δημοσιότητα, εκτός από
αυτά στα οποία αναφέρθηκε ο πρόεδρος του ΔΣΑ (όπως δημοσιεύτηκαν από την
Εφημερίδα των Συντακτών):- «Η αλήθεια περιγράφεται επακριβώς στο βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών Ρόδου και στην πρόταση της εισαγγελέως Εφετών προς το συμβούλιο. Υπάρχουν παραλείψεις από την ανάκριση στη Ρόδο… Ασκήθηκαν πιέσεις στον λιμενικό Θ. Ζόβα. Έφτασαν σε ένα σημείο να του παίρνουν την υπόθεση για να ασχοληθεί κάποιος άλλος».
- «Δεν θέλω να υπονοήσω ότι το επιφανές μέλος της Ρόδου έβαλε λυτούς και δεμένους για να σώσει το παιδί του… Του πήραν και τη δεύτερη υπόθεση με το φερόμενο βιασμό ΑΜΕΑ που φέρεται να διέπραξε ο δεύτερος κατηγορούμενος… Είναι τύχη που ενεπλάκη ο κ. Ζόβας, αν δεν είχε εμπλακεί δεν θα είχαμε αυτή την εξέλιξη».
- «Έχω καταγωγή από το Ρόδο, γνωρίζω κάποια πράγματα… Ευτυχώς που κάποιοι λίγοι άνθρωποι που λένε ας αποδοθεί δικαιοσύνη και κρατάνε τη χώρα όρθια. Έχω παράπονο από το ανακριτικό έργο υπήρχαν και άλλα θύματα. Θα μπορούσαμε να τις έχουμε και αυτές τις υποθέσεις εδώ» […] «Η τύχη βοήθησε να φυσάει νοτιάς και το σώμα αντί να πάει μέσα όπως ήθελαν η να πάει στο βυθό ή στην Αίγυπτο, έμεινε κοντά στην ακτή. Δεν είναι νοήμονες να καταλάβουν ότι αυτό που πάνε να κάνουν πιθανόν να μην τους βγει. Δεν έχουν ανοίξει ποτέ βιβλίο στη ζωή τους, έτσι τους έχουν μεγαλώσει. Το τατουάζ αυτό, το τριαντάφυλλο, βοήθησε τον κ. Ζόβα να ταυτοποιήσει το σώμα».
- Η εισαγγελέας ανέφερε ακόμα πως ο πατέρας του Ροδίτη πίεσε συγκεκριμένο ιδιώτη ψυχίατρο «για να βγάλει τον γιο του ψυχωτικό» με στόχο το ακαταλόγιστο, τονίζοντας πως «το ΚΕΘΕΑ πάντως δεν έχει διαγνώσει τίποτα ψυχωσικό στον κατηγορούμενο, ο οποίος τα έχει τετρακόσια και έδινε και θεατρικές παραστάσεις εδώ». Μάλιστα, υπογράμμισε πως θα πρέπει να ερευνηθεί για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε ψευδή βεβαίωση.
- «Γι’ αυτό έκρυβαν το γιο τους όταν πηγαίνει ο λιμενικός Ζιόβας και τον ψάχνει. Τον έχουν προετοιμάσει, τι θα πει όταν εμφανίζεται στις αρχές. Η γιαγιά έχει ακούσει, δεν μπορώ να πω ότι εκείνη τη στιγμή ότι πίστευε ότι πάνω σκοτώνουν. Αλλά δεν μπορώ και να το αποκλείσω. Θέλω να ερευνηθεί. Πιθανόν μπορεί να νόμιζε ότι συνέβαιναν τα συνήθη όργια που είχε συνηθίσει το αυτάκι της. Να εξαχθούν αντίγραφα της δικογραφίας και να σταλούν στις εισαγγελικές αρχές για ευθύνες του πατέρα του Ροδίτη, όσον αφορά την εξαφάνιση του στρώματος, εκεί όπου μαρτύρησε η Ελένη».
- «Γελάνε στα διαλείμματα της δίκης. Είναι απολύτως συνεννοημένοι γιατί έτσι τους έχουν πει ότι πρέπει να κάνουν. Η φυσιολογική αντίδραση δεν είναι αυτή. Δύο άνθρωποι με τέτοια εγκλήματα όταν δεν είναι συνεννοημένοι ο ένας τρώει τις σάρκες του άλλου. Υπάρχει κοινή γραμμή. Κοινή γραμμή για διάχυση της ευθύνης. Παίζεται και από τους δικηγόρους αυτό το παιχνίδι… Αποσκοπεί όχι στους δικαστές αλλά στους ενόρκους. “Πείτε τα έτσι και μετά αλλιώς” και έτσι όλο και κάποια αμφιβολία θα γεννηθεί. Αυτοί που πρέπει να τιμωρηθούν θα τιμωρηθούν και δεν είναι μόνο οι κατηγορούμενοι».
- «Ας επικρατήσει Δικαιοσύνη και ας χαθεί ο κόσμος όλος. Αυτό εκφράζει την εισαγγελέας της έδρας. Δεν με ενδιαφέρει όσο και αν πιέζανε – ας πιέζανε – ας χαλάσει ο κόσμος όλος, ας γκρεμιστεί αλλά ας επικρατήσει η Δικαιοσύνη. Και η Δικαιοσύνη όταν θέλει βλέπει καλά και στο σκοτάδι».
Χωρίς να χρειάζεται να είναι κανείς νομικός, εύκολα μπορεί να
διαπιστώσει από τα λεγόμενά της πως η εισαγγελέας της έδρας αναφέρεται
σε παρεμβάσεις στο στάδιο της ανάκρισης από το Λιμενικό, σε ελλιπές
ανακριτικό έργο, σημαντικές ελλείψεις της δικογραφίας και σε υποθέσεις
που δεν ερευνήθηκαν, σε «στημένες» καταθέσεις των κατηγορούμενων, καθώς
σε πιθανή εμπλοκή δύο επιπλέον ατόμων στο έγκλημα, της γιαγιάς και του
πατέρα του «Ροδίτη», αφήνοντας για τον δεύτερο υπόνοιες για απόπειρα
επιρροής της πορείας της υπόθεσης μέσω υψηλών γνωριμιών του.
Η δε αναφορά της πως «δεν με ενδιαφέρει όσο και αν πιέζανε» δεν
απαιτεί καν να διαβάσει κανείς μέσα από τις γραμμές για να την
καταλάβει, ενδεικτική μόνο μοιάζει για τις διασυνδέσεις τόσο της
οικογένειας, όσο και του ενός εκ των συνηγόρων του παραπάνω
κατηγορούμενου, καθώς είναι γνωστό πως η σχέση του δικηγόρου με το κόμμα
της Νέας Δημοκρατίας είναι τόσο στενή που το κυβερνών κόμμα τον είχε
διορίσει αντιπρόσωπο στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές.
Λίγη ώρα πριν από την διπλή παρέμβαση Βερβεσού στην ανοικτή αυτή
δικαστική υπόθεση, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και ισχυρός άνδρας
του Μεγάρου Μαξίμου θα αποφάσιζε να πάρει θέση δημοσίως για το ζήτημα
της «συναισθηματικής» -όπως χαρακτηρίστηκε- αγόρευσης της εισαγγελέως.
Στην ανάρτησή του αυτή, ο στενός συνεργάτης του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν
διστάζει να προχωρήσει σε νουθεσίες για το τι συνιστά και τι όχι μία
ισορροπημένη δικαστική κρίση, κάνοντας λόγο για «σημαντική ανασφάλεια
δικαίου», συμβουλεύοντας για το πως «θέλουμε» τον δικαστικό λειτουργό,
με αναφορές σε «δικαστικό λαϊκισμό» καθώς και στους κινδύνους που
αντιμετωπίζει το κύρος της δικαιοσύνης και η λειτουργία του
πολιτεύματος!
Όπως ήταν αναμενόμενο, η ωμή παρέμβασή του -έστω και μέσα από το
προσωπικό του προφίλ- προκάλεσε πανδαιμόνιο στα κοινωνικά δίκτυα και σε
ελάχιστα ηλεκτρονικά μέσα, με την συντριπτική πλειοψηφία των μεγάλων ΜΜΕ
να επιδεικνύει για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια τόσο μεγάλη ανοχή σε
δήλωση ανώτατου κυβερνητικού στελέχους που αφορά σε μία ποινική δίκη που
βρίσκεται σε εξέλιξη, και μάλιστα ώρες πριν την ανακοίνωση της
ετυμηγορίας της έδρας. Αντίστοιχα αντανακλαστικά επέδειξαν και οι
ενώσεις δικαστών και εισαγγελέων της χώρας, που εξίσου μας είχαν δώσει
τα τελευταία χρόνια δείγματα ευαισθησίας απέναντι στις όποιες
καταγγελίες ή απόπειρες επιρροής μίας δίκης.
Αργά το βράδυ και μόνο μετά από το αίτημα της αξιωματικής
αντιπολίτευσης για αποπομπή του, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργό
επανήλθε επιδεικνύοντας σπάνια πολιτική ατολμία, καθώς χαρακτήρισε τις
αντιδράσεις «ασύμμετρες», έκανε λόγο για παρερμηνεία της ανάρτησής του
και υποστήριξε πως «εξέφρασα απολύτως προσωπική άποψη ως πολίτης»,
παρότι η θέση του στην ιεραρχία της κυβέρνησης τον κατατάσσει κοντά στην
κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας της χώρας. Λίγα λεπτά αργότερα ήρθε
και η προκλητική κάλυψη του κυβερνητικού εκπροσώπου
στο πρόσωπό του, με μία δήλωση με ακόμα πιο προκλητικές αναφορές. Ο Στ.
Πέτσας επέλεξε να απαντήσει για ακόμα μία φορά μόνο στην αξιωματική
αντιπολίτευση, παρότι το ενδιαφέρον για την υπόθεση είναι πάνδημο και οι
αντιδράσεις εκτείνονται σε όλη τη χώρα. Κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ για
παρεμβάσεις στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών από το Συμβούλιο της
Επικρατείας οι οποίες δεν επιβεβαιώθηκαν από την ιστορία, χαρακτήρισε
«παραδικαστικό κύκλωμα» την υπόθεση που διερευνά σήμερα η Προανακριτική
Επιτροπή της Βουλής για τις καταγγελίες σε βάρος Παπαγγελόπουλου
προδικάζοντας το πόρισμά της και υπενθύμισε την γενική ανάρτηση Τσίπρα
περί «αρμών της εξουσίας». Κατά τα λοιπά, υπερασπίστηκε το δικαίωμα του
στενού συνεργάτη του πρωθυπουργού να εκφράζει δημόσια «προσωπικές
απόψεις» για μία εν εξελίξει δίκη.
Πράγματι, η αγόρευση της εισαγγελέως δεν μοιάζει με μια κοινή
αγόρευση. Τα όσα περιγράφει και -πολύ περισσότερο= οι αντιδράσεις που
προκάλεσαν είναι ωστόσο δηλωτικά της χρόνιας κατάστασης που επικρατεί
στην ελληνική Δικαιοσύνη. Μίας Δικαιοσύνης της οποίας η κάθε κραυγαλέα
άδικη απόφαση έχει σχεδόν πάψει να ρίχνει τον κόσμο από τα σύννεφα,
ποτίζοντας την κοινωνία με τόσο ισχυρές δόσεις αδικίας και απογοήτευσης,
που όποτε πράττει τα δέοντα απέναντι σε μία καθάρια και ξεκάθαρη
υπόθεση πυροδοτούνται εντυπωσιακά κύματα αισιοδοξίας.
Στο τέλος της ημέρας, ήταν η ανατριχιαστική εισαγγελική αγόρευση που
περιελάμβανε τη λεπτομερέστατη περιγραφή ενός ειδεχθούς εγκλήματος και
βαρύτατες καταγγελίες για το περιβάλλον διερεύνησης και εκδίκασής του,
που προκάλεσε την αντίδραση του επικεφαλής των δικηγόρων της χώρας και
του δεξιού χεριού του πρωθυπουργού για «να μπει στη θέση της» η
εισαγγελέας ως «συναισθηματική» -κατηγορία που δεν θα απέδιδε κανείς σε
έναν άνδρα εισαγγελέα, αντί να προκαλέσει την παρέμβαση των μεγάλων
δικαστικών και εισαγγελικών οργάνων και ενώσεων της χώρας ή ακόμα και
του πρωθυπουργού για τη διερεύνησή τους.
Αυτή ίσως να ήταν μία παρέμβαση που θα ενίσχυε την εμπιστοσύνη του κόσμου στη Δικαιοσύνη αντί για το αντίστροφο.
Αντί επιλόγου, θα κλείσω με ένα απόσπασμα από την αγόρευση του
εισαγγελέα, Παύλου Δελαπόρτα στο Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης, κατά τη
δίκη των δολοφόνων του Γρηγόρη Λαμπράκη, τον Δεκέμβριο του 1966:
«Οι μηχανισμοί που δολοφόνησαν τον Λαμπράκη, αποτελούνται «από
κατάλοιπα υποπροϊόντων του Χίτλερ, από γιγαντοκύτταρα δωσιλογικής
λευχαιμίας… από κακοποιούς διαφόρων βαθμών και ειδών, από ιδεολογικούς
σκηνίτες και από άλλους φτωχούς διαβόλους… Από τέτοια κοινωνικά
βυθοκορήματα αναμενόταν βοήθεια και σ’ αυτά θα ανατίθετο σε ώρα κρίσης, η
ενίσχυση των Σωμάτων Ασφαλείας και η μεγάλη και άγια υπόθεση «της
υπερασπίσεως της Πατρίδος και του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού παντού,
πάντοτε και δι όλων των μέσων», κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του
Γιοσμά που αναγράφονται πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη… Σήμερα,
εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δωσίλογων και κάθε είδους κακοποιών,
εμφανίζεται (προς εθνοκαπηλία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς) ως
προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως
Κέρβερος του νόμου και της τάξης. Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ’
αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας;»
Πόσο συναισθηματική ήταν αυτή η αγόρευση;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου