Πέντε χρόνια μετά το 2015, ζούμε μια «στιγμή» όπου σκοτάδι απλώνεται στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Ο κα­πι­τα­λι­σμός βυ­θί­ζε­ται διε­θνώς σε μια νέα με­γά­λη κρίση –λίγα μόλις χρό­νια μετά από εκεί­νη του 2007-08, που είχε χα­ρα­κτη­ρι­στεί ως η με­γα­λύ­τε­ρη κρίση του συ­στή­μα­τος μετά το 1929…– ενώ η σύμ­πτω­ση της συ­στη­μι­κής κρί­σης με την τε­ρά­στια υγειο­νο­μι­κή κρίση του Covid19 «προ­α­ναγ­γέ­λει» μια θύ­ελ­λα αντερ­γα­τι­κών και αντι­κοι­νω­νι­κών μέ­τρων ιστο­ρι­κών δια­στά­σε­ων. 

 Δεν ισχύ­ει ότι οι «από πάνω» δεν έχουν αντί­πα­λο: η συ­γκλο­νι­στι­κή αντι­ρα­τσι­στι­κή εξέ­γερ­ση στις ΗΠΑ του Τραμπ, τα «Κί­τρι­να Γι­λέ­κα» και οι αν­θε­κτι­κές απερ­για­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις στη Γαλ­λία του Μα­κρόν, οι λαϊ­κές εξε­γέρ­σεις στην Αλ­γε­ρία, στο Σου­δάν, στο Λί­βα­νο, στο Ιράκ, στη Χιλή κ.ο.κ. είναι οι αστρα­πές που πα­σχί­ζουν –και απει­λούν!– να δια­λύ­σουν το σκο­τά­δι. 

Σε τέ­τοιες στιγ­μές, έχει ση­μα­σία η συ­ζή­τη­ση πάνω στα πο­λι­τι­κά συ­μπε­ρά­σμα­τα από τις προη­γού­με­νες εμπει­ρί­ες. 

Το «ελ­λη­νι­κό» 2015 ήταν μια τέ­τοια «στιγ­μή», στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας. Ένα τε­ρά­στιο κύμα αγώ­νων των ερ­γα­τι­κών και λαϊ­κών μαζών, με αί­τη­μα την ανα­τρο­πή των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών και των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων αντι­με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων της ντό­πιας κυ­ρί­αρ­χης τάξης και των συμ­μά­χων της στην ΕΕ και στο ΔΝΤ, είχε οδη­γή­σει στην κα­τάρ­ρευ­ση την κυ­βέρ­νη­ση Σα­μα­ρά-Βε­νι­ζέ­λου και είχε βυ­θί­σει στην ανα­ξιο­πι­στία τα πα­ρα­δο­σια­κά πο­λι­τι­κά κόμ­μα­τα εξου­σί­ας στην Ελ­λά­δα. Στην κυ­βέρ­νη­ση είχε εκτο­ξευ­τεί ένα κόμμα της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, που διο­γκώ­θη­κε με βάση τις δε­σμεύ­σεις του ότι θα υπη­ρε­τή­σει πο­λι­τι­κά τα αι­τή­μα­τα του κό­σμου. 

Το τοπίο γύρω δεν ήταν «ξερό». Στην Ισπα­νία, στην Πορ­το­γα­λία, στην Ιρ­λαν­δία και αλλού, ανά­λο­γες ανα­τρο­πές εμ­φα­νί­ζο­νταν ως εφι­κτές στον ορί­ζο­ντα. Η ηγε­σία της ΕΕ και του ΔΝΤ το γνώ­ρι­ζε καλά και γι’ αυτό ο Σόι­μπλε και ο Ντάι­σελ­μπλουμ είχαν κα­θα­ρή στρα­τη­γι­κή: όφει­λαν να σκο­τώ­σουν το «ελ­λη­νι­κό πα­ρά­δειγ­μα» πριν αυτό επε­κτα­θεί. 

Το χρο­νι­κά πρώτο, κι ένα από τα με­γα­λύ­τε­ρα λάθη της ηγε­σί­ας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ήταν ο εγκλω­βι­σμός στην αυ­τα­πά­τη

μιας συ­ναι­νε­τι­κής δια­πραγ­μά­τευ­σης με τις ευ­ρω­η­γε­σί­ες και τους δα­νει­στές. Ο «διά­λο­γος με­τα­ξύ ενη­λί­κων» που επι­χεί­ρη­σε ο Γ. Βα­ρου­φά­κης απο­δεί­χθη­κε μια θα­νά­σι­μη πα­γί­δα. Η ελ­πί­δα του Τσί­πρα ότι «η Μέρ­κελ θα δε­χθεί, και θα’ ναι μέ­ρα-με­ση­μέ­ρι» απο­δεί­χθη­κε εκτός τόπου και χρό­νου. 

Για να υπη­ρε­τή­σει τη δια­πραγ­μά­τευ­ση, η κυ­βέρ­νη­ση Τσί­πρα όχι απλώς εγκα­τέ­λει­ψε, αλλά αντέ­στρε­ψε κυ­ριο­λε­κτι­κά το προ­ε­κλο­γι­κό πρό­γραμ­μά της. Εί­μα­στε από εκεί­νους που ποτέ δεν συμ­φω­νή­σα­με πλή­ρως με το πρό­γραμ­μα της Θεσ­σα­λο­νί­κης. Είχε πολλά λάθη κι αμ­φι­λε­γό­με­να ση­μεία. Πα­ρό­λα αυτά, η δέ­σμευ­ση για το τέλος της ισχύ­ος των μνη­μο­νια­κών «ρυθ­μί­σε­ων», για την αύ­ξη­ση των μι­σθών και των συ­ντά­ξε­ων, για την κα­τάρ­γη­ση του ΕΝΦΙΑ, για την εθνι­κο­ποί­η­ση των τρα­πε­ζών και το στα­μά­τη­μα των ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σε­ων, είχαν ένα σαφή ρι­ζο­σπα­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα. Αντ’ αυτών ο Τσί­πρας επι­χεί­ρη­σε να δώσει εξε­τά­σεις «κυ­βερ­νη­σι­μό­τη­τας», με τα κρι­τή­ρια του συ­στή­μα­τος και των θε­σμών, να απο­δεί­ξει ότι μπο­ρεί «να βγά­λει τη χώρα από την κρίση», χωρίς να σπά­σει κα­θε­στω­τι­κά αυγά. Πήρε και έφερε το Μνη­μό­νιο 3. Και υπη­ρέ­τη­σε συ­στη­μα­τι­κά, επί 4,5 χρό­νια, αυτή τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη αντερ­γα­τι­κή πο­λι­τι­κή. 

Επει­δή σή­με­ρα η σύ­γκρι­ση με τους ακραιφ­νείς νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρους της ΝΔ του Κυρ. Μη­τσο­τά­κη, μπο­ρεί να οδη­γή­σει σε πα­ρα­πει­στι­κά συ­μπε­ρά­σμα­τα, αξί­ζει να θυ­μό­μα­στε με­ρι­κά πα­ρα­δείγ­μα­τα. Οι μνη­μο­νια­κές πε­ρι­κο­πές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είχαν ήδη πε­τσο­κό­ψει κατά 40-50% τις συ­ντά­ξεις. Είχαν όμως ένα «μειο­νέ­κτη­μα»: είχαν επι­βλη­θεί ως έκτα­κτα μέτρα, «θε­σμι­κά» είχαν προ­σω­ρι­νό χα­ρα­κτή­ρα. Ο νόμος Κα­τρού­γκα­λου με­τέ­τρε­ψε τις μνη­μο­νια­κές πε­ρι­κο­πές σε πάγιο τρόπο υπο­λο­γι­σμού των συ­ντά­ξε­ων, τις έκανε μό­νι­μες και διαρ­κείς. Οι «ελα­στι­κές» μορ­φές απα­σχό­λη­σης, επί των ημε­ρών Αχτσιό­γλου στο υπουρ­γείο Ερ­γα­σί­ας, έφτα­σαν σε πρω­το­φα­νές ρεκόρ όχι μόνο για την Ελ­λά­δα αλλά για όλες τις χώ­ρες-μέ­λη της ευ­ρω­ζώ­νης. Στα πέραν της οι­κο­νο­μί­ας ζη­τή­μα­τα, ο απο­λο­γι­σμός του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είναι ακόμα πιο κα­τα­θλι­πτι­κός: οι πρό­σφυ­γες μα­ντρώ­θη­καν στις Μό­ριες, ενώ η «εποχή Πα­γιάτ» είναι μια μαύρη σε­λί­δα στις ελ­λη­νο­α­με­ρι­κα­νι­κές σχέ­σεις. 

Δι­καιο­λο­γη­τι­κός μύθος για όλη αυτή την κα­θε­στω­τι­κή προ­σαρ­μο­γή ήταν η προ­σπά­θεια για να «πα­ρα­μεί­νου­με στο ευρώ». Το σύν­θη­μα «μέ­νου­με Ευ­ρώ­πη», από ση­μαία των αντι­πά­λων του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ έγινε ση­μαία της κυ­βέρ­νη­σής του.

Για όλους όσους πα­λεύ­ουν για πραγ­μα­τι­κές κοι­νω­νι­κές κα­τα­κτή­σεις, το συ­μπέ­ρα­σμα οφεί­λει να είναι σαφές: το ευρώ δεν είναι (απλώς) νό­μι­σμα, είναι πο­λι­τι­κό και κοι­νω­νι­κό πρό­γραμ­μα, και η αντι­λι­τό­τη­τα δεν μπο­ρεί να υπη­ρε­τη­θεί αν δεν είναι κα­νείς έτοι­μος και πρό­θυ­μος να έρθει σε ρήξη με αυτό, να έρθει σε ρήξη με τη λυ­κο­συμ­μα­χία και τους διε­θνείς «θε­σμούς» που το υπη­ρε­τούν.

Η στρο­φή αυτή της ηγε­σί­ας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν ήταν δυ­να­τόν να γίνει με δη­μο­κρα­τι­κές με­θό­δους και ει­ρη­νι­κά. Όλες οι κρί­σι­μες απο­φά­σεις του 2015 πάρ­θη­καν από μια ηγε­τι­κή κα­μα­ρί­λα, δεν τόλ­μη­σαν ποτέ να διεκ­δι­κή­σουν την πλειο­ψη­φία στα συ­ντε­ταγ­μέ­να όρ­γα­να και «νο­μι­μο­ποι­ή­θη­καν»  μόνο με απο­φά­σεις κα­τό­πιν εορ­τής και μετά τη διά­σπα­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Η ιστο­ρία αυτή έχει μια προει­δο­ποί­η­ση για όσους/όσες πα­ρέ­μει­ναν στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ: το ακραία αρ­χη­γο­κε­ντρι­κό μο­ντέ­λο λει­τουρ­γί­ας δεν είναι ένα «δευ­τε­ρεύ­ον» πρό­βλη­μα ορ­γα­νω­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα, που μπο­ρεί να αφή­νε­ται προς θε­ρα­πεία στο μέλ­λον. Είναι η δια­σφά­λι­ση του δι­καιώ­μα­τος της ηγε­σί­ας να στρί­βει ανε­ξέ­λεγ­κτα προς τα δεξιά, να προ­σαρ­μό­ζε­ται κατά το δο­κούν στις κα­θε­στω­τι­κές σχέ­σεις που ανα­πτύσ­σει. 

Στα χρό­νια της κυ­βέρ­νη­σής του, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ άλ­λα­ξε βαθιά. Κυ­βερ­νώ­ντας με μνη­μο­νια­κή-νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη πο­λι­τι­κή εξε­λί­χθη­κε σε ένα σο­σιαλ­φι­λε­λεύ­θε­ρο κόμμα. Επι­χει­ρεί πλέον να ανα­λά­βει το ρόλο της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας, σε μια εποχή φι­λε­λεύ­θε­ρου εκ­φυ­λι­σμού των σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών κομ­μά­των διε­θνώς. 

Υπήρ­ξα­με τμήμα του ευ­ρύ­τε­ρου κό­σμου που ήρθε το 2015 σε ρήξη με αυτές τις επι­λο­γές. Του κό­σμου που με (τα δικά του και τα δικά μας) λάθη και αδυ­να­μί­ες δεν κα­τόρ­θω­σε τε­λι­κά να συ­γκρο­τή­σει εναλ­λα­κτι­κή λύση απέ­να­ντι στη νε­ο­μνη­μο­νια­κή κα­τρα­κύ­λα. 

Οι βα­θιές ρι­ζο­σπα­στι­κές ανα­τρο­πές που ήταν ανα­γκαί­ες, δεν ήταν εφι­κτές μαζί με όσους ήταν απο­φα­σι­σμέ­νοι να μεί­νουν στα μισά του δρό­μου. 

*Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από την Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά

Ετικέτες