Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

ΣΦΑΓΗ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ - 10 ΙΟΥΝΙΟΥ 1944

« Δεν ήμασταν θύματα πολέμου όπως ισχυρίζονται. Ήμασταν δολοφονημένοι εν ψυχρώ. Κρατήστε αυτά που σας είπα σαν ένα φόρο τιμής για όλους αυτούς που χάθηκαν...» - Ελένη Αθανασίου Κίνια, 9 χρονών τότε


« - Τρίχρονο αγόρι ο Νίκος Σφουντούρης, το λόγχισαν, το ξεκοίλιασαν και πέρασαν τα σπλάχνα του γύρω στο λαιμό του, αφού πρώτα σκότωσαν τους γονείς του, έκοψαν το δάχτυλο του νεκρού πατέρα του για να πάρουν το δαχτυλίδι και έβγαλαν τα χρυσά δόντια τη νεκρής μάνας του... Ζευγάρι εξηντάρηδων οι συγγενείς τους, Γιάννης και η Πετρούλα Σφουντούρη, έβλεπαν το σπίτι τους λαμπάδα. Οταν τους παρακάλεσαν να πάρουν τα λίγα υπάρχοντά τους, τους χτύπησαν μέχρι λιποθυμίας και γελώντας τους πέταξαν μέσα στη φωτιά όπου κάηκαν ζωντανοί…
- Στο σπίτι του παπά Σωτήρη, όπου μάζεψαν καμιά 15ριά, τους γάζωσαν μαζικά. Η παπαδιά εξιστορεί: «Εγώ τη στιγμή που μας βάλανε στο τουφεκίδι βύζαινα το κοριτσάκι μου, ενός χρόνου. Μου ρίξανε τρεις σφαίρες. Η μια μου χάλασε το ζερβί χέρι, η άλλη με πήρε ξώπετσα κάτω από τ’ αυτί. Η Τρίτη χτύπησε τη Μαργαρίτα μου. Της άνοιξε το κεφάλι κι όπως την κράταγα στην αγκαλιά μου τα μυαλά της πεταχτήκανε στα μούτρα μου»…
- Σε άλλο σπίτι βρίσκουν τη Φροσύνη Σταθά, που βύζαινε το αβάπτιστο βρέφος της, εφτά μηνών. Τη σκοτώνουν ενώ το ανίδεο βρέφος εξακολουθεί να βυζαίνει τη νεκρή. Κόβουν από το βυζί τη ρώγα της μάνας που απομένει στο στόμα του βρέφους, και ύστερα το στραγγαλίζουν. Με τη λόγχη ανοίγουν την κοιλιά του, βγάζουν τα σπλάχνα του και τα περιτριγυρίζουν στο λαιμό του. Το άλλο παιδάκι της οικογένειας, τον Γιάννη, τριών χρόνων, το σκοτώνουν και με την μπότα τους του λιώνουν το κεφάλι. Η πεντάχρονη κόρη Ελένη κρύβεται να σωθεί, την ανακαλύπτουν, της ανοίγουν την κοιλιά με την ξιφολόγχη και την πετάνε στο δρόμο…

-Μια έγκυο, τη Διαμάντω Ζάκκα, και τον άντρα της, τους σκοτώνουν σπίτι τους με αυτόματο. Ανοίγουν με λόγχη την κοιλιά τη Διαμάντως, βγάζουν το έμβρυο, το ποδοπατάνε και το λιώνουν… Παραδίπλα στο σπίτι του Γιάννη Τσεκούρα, συγγενείς είχαν μαζευτεί για μνημόσυνο. Τα αυτόματα κροτάλισαν, τα πτώματα έγιναν σωρός πνιγμένα στο αίμα… Σε άλλο σπίτι τους εβδομηνταπεντάρηδες γέρους, τον Αγγελή και τη Θεοφανή Κοκκίνη, τους κόβουν το κεφάλι με μπαλτά…
- Ένας νέος ξεψυχά λαβωμένος στο κατώφλι του σπιτιού του, ο Μήτσος Γιωργακός. Τρέχουν κλαίγοντας η μάνα του και οι δυο αδελφές του, Γιαννούλα και Ουρανία, βλέποντας τον νεκρό, για να τον βάλουν μέσα. Τις γαζώνουν με σφαίρες. Τον πατέρα τον είχαν σκοτώσει στο χωράφι...
- Στου Ν. Κουτριάρη σκοτώνουν τα τέσσερα παιδιά του. Στα δύο πρώτα τους ανοίγουν την κοιλιά. Τη Μαριέττα Φιλίππου, έγκυο, την ξεκοιλιάζουν με μαχαίρι, βγάζουν το έμβρυο και λογχισμένο το πετάνε από το παράθυρο. Την ίδια την αφήνουν να αργοπεθαίνει μαρτυρικά χωρίς να της δώσουν τη λυτρωτική χαριστική βολή...
- Στο σπίτι του Λουκά Σταύρου, ανάπηρου του ελληνοϊταλικού πολέμου, τους σκοτώνουν όλους. Την τετράχρονη κόρη του Παναγιώτα, αφού τη βασανίζουν, της κόβουν το κεφάλι… Η Λουκούλα Μπάρλου με τα δυο της παιδιά στην αγκαλιά, τρέχει να κρυφτεί. Τη βλέπουν οι ναζί, τη γαζώνουν, πέφτει στο χώμα, όλοι νεκροί... Την οικογένεια Λιάσκου, πεθερός, νύφη, δυο εγγονάκια, τους κομματιάζουν. Τα δυο παιδάκια, Νικόλας πέντε και Δημήτρης ενός χρόνου, βρέθηκαν σε φρικτή κατάσταση. Δεν υπήρχε χέρι ή κεφάλι στη θέση του…
- Τον μικρό Στάθη Σταθά, έξι χρόνων, τον βρίσκουν μόνο του στο σπίτι. Τον βασανίζουν άγρια. Με μαχαίρι κόβουν τις σάρκες του στα μπούτια και τον αφήνουν να πεθάνει στραγγίζοντας από αίμα… Στα παιδιά του Σταθά, την Ελένη πέντε χρόνων και τον Γιάννη τριών, τους κόβουν με μαχαίρι το λαιμό, ενώ το τριμηνήτικο βρέφος το λογχίζουν πολλές φορές και το αφήνουν στην κούνια του…
- Υπήρξε και μια φωτεινή στιγμή, η μοναδική μέσα σε αυτή την κόλαση αίματος και τρόμου, που σε κάνει πάντα να ελπίζεις στους ανθρώπους. Ενας γερμανός με αυτόματο ανεβαίνει τις σκάλες σπιτιού, βλέπει έντρομους καμιά 15ριά ανθρώπους να περιμένουν το τέλος. Τους γνέφει να σωπάσουν, λέει τη λέξη «καπούτ» και πυροβολεί πάνω από τα κεφάλια τους. Τους φάνηκε δακρυσμένος. Βγαίνει χτυπώντας δυνατά την πόρτα, κατεβαίνοντας σκοτώνει ένα σκυλί, για ξεκάρφωνα, και λέει σε μια ομάδα που ερχόταν, δείχνοντας το σπίτι, κάτι που φάνηκε ότι περιείχε τη λέξη «καπούτ». Η ομάδα έφυγε, οι χωριανοί γλύτωσαν…»
Η γραφή του λογοτέχνη Τάκη Λάππα, λίγες μέρες μετά τη σφαγή, διέσωσε τη μνήμη
(http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.article&id=15978)
«Τόσο πυκνό το σκότος
Πώς να ξεχάσω;»
Αργύρης Σφουντούρης




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου