Των Σταύρου Κοντονή και Δημήτρη Μπελαντή*
Σκέψεις για την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στη Δικαιοσύνη
1. Μετασχηματισμός και ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης
Η προοπτική σχηματισμού μιας κυβέρνησης της Αριστεράς με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ θέτει, μεταξύ πολλών προτεραιοτήτων, και το ζήτημα της συστηματικής νομοθετικής και συνταγματικής παρέμβασής μας στη λειτουργία της Δικαιοσύνης. Η σημερινή λειτουργία των δικαστικών και εισαγγελικών θεσμών, υπό το πλαίσιο των μνημονιακών νομοθετικών ρυθμίσεων, παροξύνει τον χαρακτήρα της Δικαιοσύνης ως κατασταλτικού μηχανισμού του κράτους, πράγμα που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στις μεγάλες δίκες για τα Μνημόνια, στη συστηματική κήρυξη απεργιών ως παρανόμων κ.α. Δεν αγνοούμε, όμως, και υπαρκτές αντιφάσεις και ρηγματώσεις στη Δικαιοσύνη, όπως κυρίως αποφάσεις κατώτερων δικαστηρίων που έχουν επικρίνει διατάξεις για τα χαράτσια, για τις διαθεσιμότητες και άλλα θέματα. Θεωρούμε ότι χρειάζεται μια στρατηγική εκδημοκρατισμού και κοινωνικού ελέγχου, ανοίγματος της Δικαιοσύνης στις κοινωνικές αντιθέσεις και ποιοτικού μετασχηματισμού της , ώστε να είναι προσβάσιμη στον λαό και να μην υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου και των ευπόρων στρωμάτων.
Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης μπορεί να αποτελέσει μεσοπρόθεσμα και όχημα για τον μετασχηματισμό της. Όχημα αναγκαίο, αλλά όχι ικανό. Με αφετηρία τις ρυθμίσεις του άρθρου 90 του Συντάγματος για τον διορισμό των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και τη λειτουργία του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, η όλη εξέλιξη των δικαστών, αλλά και η λειτουργία των ανωτάτων δικαστηρίων, ελέγχεται σαφώς από την κυβερνητική βούληση. Αυτό δεν μπορεί παρά να ασκεί επίδραση στην κρίση των δικαστικών σχηματισμών επί σημαντικών νομικοπολιτικών ζητημάτων. Ως ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να επιδιώξουμε την άρση της συγχώνευσης δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας, χωρίς από την άλλη πλευρά να ωθήσουμε στην πλήρη αυτονόμηση και «χειραφέτηση» της Δικαιοσύνης από τον κοινωνικό έλεγχο και τη λαϊκή νομιμοποίηση. Χρειάζεται να θεσμοθετηθεί ένα σύνθετο διοικητικό όργανο για την επιλογή των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων, το οποίο θα συνδυάζει το αυτοδιοίκητο (γνώμη των ολομελειών των δικαστηρίων) με τη γνώμη επιστημονικών και κοινωνικών φορέων (όπως ιδίως οι Δικηγορικοί Σύλλογοι και οι Νομικές Σχολές της χώρας) και θα καταλήγει σε μια αξιόπιστη κρίση και επιλογή μεταξύ προσώπων, τα οποία θα έχουν προταθεί από τις παραπάνω διαδικασίες. Προφανώς, χρειάζεται συγκεκριμένη συνταγματική αναθεωρητική πρωτοβουλία προς αυτήν την κατεύθυνση.
2. Πρόσβαση όλων στη Δικαιοσύνη και δικαιοδοτική ισονομία
Πρέπει, άμεσα, να καταργηθούν όλες εκείνες οι ρυθμίσεις των μνημονιακών κυβερνήσεων που επιβάλλουν «χαράτσια» και παράλογες επιβαρύνσεις στους πολίτες για την πρόσβασή τους στην κατά το άρθρο 20 παρ.1 Συντάγματος δικαστική προστασία (νόμοι 3900/2010, 3904/2010, 4055/2012), με αποτέλεσμα οι μηνύσεις και τα ένδικα μέσα στην πολιτική δίκη (έφεση, αναίρεση, αναψηλάφηση) να καθίστανται στην άσκησή τους απαγορευτικά από τα εισοδηματικά χαμηλά και μεσαία στρώματα, το δικαστικό ένσημο ατυχώς να ισχύει και για τις αναγνωριστικές αγωγές, και από όλα αυτά να υφίσταται ένας αμείλικτος ταξικός φραγμός κατά των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων. Επίσης, πρέπει άμεσα να καταργηθεί η διάταξη για την εφαρμογή του ΦΠΑ 23% στους δικηγόρους και άλλα νομικά επαγγέλματα και ιδίως στις δικαστικές παραστάσεις (Ν. 3842/2010, ο οποίος κατάργησε την ευχέρεια εξαίρεσης της Ελλάδας κατά την Οδηγία 2006/112), δαπάνη η οποία μετακυλίεται στους πολίτες επιβαρύνοντας παράλογα την πρόσβασή τους στη Δικαιοσύνη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται να καταργήσει αυτές τις παράλογες επιβαρύνσεις και να ενισχύσει την πρόσβαση των φτωχών και των απόρων πολιτών ή διαμενόντων στην Ελλάδα. Επίσης, η συστηματική θέσπιση και εφαρμογή της δωρεάν δικαστικής συνδρομής (legal aid) θα πρέπει να ρυθμισθεί οργανικότερα υπό την μορφή μιας δημόσιας υπηρεσίας ή ενός ενιαίου δημοσίου γραφείου, του Δημοσίου Συνηγόρου.

3. Ταχύτερη απονομή της Δικαιοσύνης
Η επίκληση της ταχείας απονομής της Δικαιοσύνης, πολιτικής, ποινικής και διοικητικής, χρησιμοποιείται συχνά για να δικαιολογήσει, εκ μέρους των μνημονιακών κυβερνήσεων, παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Εμείς επιζητούμε μια λειτουργία των δικαστικών θεσμών, η οποία θα είναι πολύ ταχύτερη από τη σημερινή χωρίς να καταργεί δικαιώματα των διαδίκων και να «χάνει» σε ποιοτικά χαρακτηριστικά. Κατ' αρχήν, αυτό είναι απολύτως αδύνατο χωρίς την κάμψη και αντιμετώπιση του δημοσίου χρέους, την ανατροπή των πολιτικών λιτότητας και τη διακοπή τής χάριν φανταστικών πρωτογενών πλεονασμάτων συρρίκνωσης των αναγκαίων δημοσίων δαπανών. Χρειάζεται, άμεσα, γενναία αναχρηματοδότηση της Δικαιοσύνης, η οποία θα κατατείνει στη μεγάλη ενίσχυση της υλικοτεχνικής της υποδομής και στη μεγάλη αύξηση των οργανικών θέσεων των δικαστικών και διοικητικών λειτουργών καθώς και στην ικανοποιητικότερη πληροφορική μηχανοργάνωση των δικαστηρίων. Επίσης, μια καλή και γόνιμη σκέψη αποτελεί η αυτοχρηματοδότηση της Δικαιοσύνης από τα ίδια τα δικά της σημαντικά έσοδα και ιδίως αυτά των ποινικών δικαστηρίων.
Προφανώς, δεν μπορεί να υπάρξει ταχύτερη απονομή ιδίως της Ποινικής Δικαιοσύνης, αλλά και αποσυμφόρηση του σωφρονιστικού συστήματος, αν δεν υπάρξουν ριζικές αλλαγές στην ποινική νομοθεσία προς την κατεύθυνση της αποποινικοποίησης ελασσόνων ή ασήμαντων από την άποψη της κοινωνικής απαξίας ποινικών αδικημάτων (όπως οι διατάξεις για την ατομική κατοχή και χρήση ναρκωτικών ουσιών, οι επώδυνες ποινικές διατάξεις για τα χρέη στο Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, οι διατάξεις του ΚΟΚ κ.λπ.). Πολλές ποινικές διατάξεις μπορούν να καταργηθούν πλήρως ή να υποκατασταθούν από διοικητικές παραβάσεις, τιμωρούμενες με χρηματικά πρόστιμα, πάντοτε με σεβασμό του δικαιώματος διοικητικής ακρόασης. Επισημαίνουμε εδώ και την μη εφαρμογή των ευεργετικών διατάξεων για τα εξαρτημένα άτομα του Ν. 4139/2013, ενάμιση χρόνο μετά την έναρξη εφαρμογής του νόμου.
Τέλος, στο πλαίσιο της πολιτικής και διοικητικής δίκης, πρέπει να ενισχυθούν οι μορφές εξώδικης επίλυσης της διαφοράς, βελτιώνοντας τις υπαρκτές και εν μέρει αποτυχημένες μορφές αυτού του θεσμού.
4. Εκδημοκρατισμός του σωφρονιστικού συστήματος, κατάργηση των φυλακών τύπου Γ'
Η όξυνση του προβλήματος των φυλακών στην Ελλάδα, η σοβαρή διακύβευση της σωματικής και ψυχικής υγείας των κρατουμένων μέχρι και η τραγική απώλεια ανθρώπινων ζωών μέσα στις φυλακές (όπως πρόσφατα του Αλβανού κρατουμένου και μάλιστα με δολοφονική ενέργεια των ίδιων των δεσμοφυλάκων), αλλά και η έντονη αύξηση της ενδοϊδρυματικής βίας, συνιστούν αποτρόπαιες μορφές «διαχείρισης της φτώχειας». Χρειάζεται μια πολιτική δημιουργίας ανθρώπινων συνθηκών μέσα στις φυλακές, σεβασμού και διεύρυνσης των δικαιωμάτων των κρατουμένων, ενίσχυσης των δικαιωμάτων επικοινωνίας και κοινωνικής ζωής, όπως οι άδειες, και ιδίως κατάργησης των αυταρχικών θεσμικών μέτρων, όπως οι φυλακές ή τα τμήματα τύπου Γ'. Δικαιώματα ανθρώπινα, των οποίων η άσκηση είναι κρίσιμη για την ψυχική επιβίωση των κρατουμένων, δεν είναι δυνατόν να εξαρτώνται από το είδος του αδικήματος ή τη μορφή και βαρύτητα της ποινής.
5. Προοπτική αποκατάστασης των ορκωτών δικαστηρίων κατά το άρθρο 97 του Συντάγματος και κατάργηση εκτάκτων νομοθετημάτων
Η πλήρης συρρίκνωση της αρμοδιότητας των ορκωτών δικαστηρίων για τα πολιτικά αδικήματα και τα σοβαρά κακουργήματα ιδίως μέσω των «τρομονόμων» -κατά παραβίαση του άρθρου 97 του Συντάγματος, το οποίο θεωρεί τα ορκωτά δικαστήρια ως κανόνα και όχι ως εξαίρεση γι' αυτά τα αδικήματα- αποτελεί αρνητική εξέλιξη, η οποία πρέπει να αποκατασταθεί. Επίσης, εξακολουθεί να ισχύει η πολιτική μας δέσμευση για την κατάργηση των ανελεύθερων εκτάκτων ποινικών νόμων (όπως ιδίως οι διαβόητοι «τρομονόμοι»).
* Ο Σταύρος Κοντονής και ο Δημήτρης Μπελαντής είναι μέλη της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ
 =====================
Σχόλιο: το άρθρο, αν και ιδιαίτερα ελλιπές, επιφυλακτικό, και χωρίς ουσιαστικές και ψαγμένες προτάσεις, αποτελεί το έναυσμα για να ξεκινήσει μια συζήτηση πάνω στο θέμα της (ανα)διάρθρωσης της Δικαιοσύνης, και του ρόλου της.